Συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην αμπελουργία (ΕΡΕΥΝΑ)
Ανάμεσα στις ποικιλίες που εξετάστηκαν και το Μοσχάτο Αλεξανδρείας της Λήμνου
Με την κλιματική αλλαγή να αφήνει όλο και πιο έντονα πλέον το αποτύπωμά της στις αγροτικές καλλιέργειες στην Ελλάδα και με τους ανθρώπους του πρωτογενούς τομείς να κοιτούν σαστισμένοι τις καταστροφές, αφού όταν χρειάζονται βροχή έχουν ξηρασία και το αντίστροφο, το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ζήτησε και πήρε τη θέση τριών επιστημόνων που ειδικεύονται στους τομείς των λαχανοκομίας, αμπέλου και δενδροκομίας. Κοινή θέση και των τριών αποτελεί ότι απαιτείται εγρήγορση, λήψη μέτρων και εκπαίδευση των ανθρώπων που ασχολούνται με τη γη, ώστε να μπορούν να αντεπεξέρχονται επιτυχώς στα νέα δεδομένα που επιφέρει η αλλαγή του κλίματος.
Η νησιωτική αμπελουργία απειλείται
«Επιτακτική» χαρακτήρισε ο αναπληρωτής καθηγητής στο εργαστήριο αμπελουργίας του τμήματος Γεωπονίας ΑΠΘ, Στέφανος Κουνδουράς, την ανάγκη δημιουργίας βάσης δεδομένων (μετεωρολογικών, φαινολογικών, αναλυτικών και οργανοληπτικών) για κάθε αμπελουργική ζώνη της Ελλάδας, ώστε να γίνει δυνατός ο σχεδιασμός των απαιτούμενων ενεργειών προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.
Σημείωσε ότι η εξεύρεση επικαιροποιημένων δεδομένων για τη σχέση μεταξύ του τοπικού κλίματος και της ανάπτυξης της αμπέλου, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την πληρέστερη αξιολόγηση των μελλοντικών επιπτώσεων του κλίματος στην ελληνική αμπελουργία. «Δύναται να δώσει χρήσιμες πληροφορίες για την πιθανή επίδοση λιγότερο γνωστών παγκόσμια ποικιλιών σε διάφορες περιοχές υπό το πρίσμα των κλιματικών αλλαγών» είπε και πρόσθεσε πως οι κλιματικές αλλαγές αναμένεται να επηρεάσουν κυρίως τις νότιες και νησιωτικές περιοχές της Ελλάδας (σε σχέση με τις βορειότερες), τις πεδινές περιοχές (σε σχέση με τις ορεινές-ημιορεινές), τις ηπειρωτικές περιοχές (σε σχέση με τις παράκτιες και τις πλαγιές), καθώς και τα φτωχά και αβαθή εδάφη (σε σχέση με τα γόνιμα). Μάλιστα, όπως υπογράμμισε, οι κλιματικές αλλαγές θα πλήξουν κυρίως τις πρώιμες (κατά βάση ξενικές) ποικιλίες σε σχέση με τις οψιμότερες (κυρίως γηγενείς), τις περιοχές παραγωγής οίνων με γεωγραφική ένδειξη (απώλεια «τυπικότητας», αδυναμία αλλαγών λόγω νομοθετικού πλαισίου) και τις περιοχές όπου δεν υπάρχει διαθέσιμο αρδευτικό νερό.
Τόνισε ότι τα απαιτούμενα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της στην αμπελουργία, θα διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή, ανάλογα με την έντασή τους.
Η Έρευνα
Τα χαρακτηριστικά του κλίματος και η επίδρασή τους στον ετήσιο κύκλο γηγενών ελληνικών ποικιλιών μελετήθηκαν στο πλαίσιο έρευνας στην Ελλάδα, με στόχο την πληρέστερη κατανόηση των κλιματικών τους απαιτήσεων και των ενδεχόμενων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής σε τοπικό επίπεδο στον ελληνικό αμπελοοινικό κλάδο. Μελετήθηκαν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε διάφορες αμπελουργικές περιοχές για τις ποικιλίες «Μοσχάτο Αλεξανδρείας» (Λήμνος), «Μοσχάτο λευκό» (Σάμος), «Αθήρι» (Ρόδος), «Ασύρτικο» (Σαντορίνη), «Μαυροδάφνη» (Πύργος), «Αγιωργίτικο» (Νεμέα), «Ροδίτης» (Αγχίαλος) και «Ξινόμαυρο» (Νάουσα). Ελήφθησαν μετεωρολογικά δεδομένα, για περίοδο 17-38 ετών, της μέσης, μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας και βροχόπτωσης για τη βλαστική περίοδο (Απρίλιος-Οκτώβριος).
Οι οκτώ περιοχές παρουσίασαν έντονες διαφορές στα γενικά χαρακτηριστικά του κλίματός τους, κυρίως μεταξύ ηπειρωτικών και νησιωτικών περιοχών. Η ανάλυση των κλιματικών δεδομένων έδειξε συστηματική διαφοροποίηση του κλίματος στις αμπελουργικές και οινοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας κατά την τελευταία 30ετία, κυρίως στους νησιωτικούς αμπελώνες και λιγότερο στην ηπειρωτική χώρα. Η ανάλυση των κλιματικών δεδομένων έδειξε συστηματικά ανοδική τάση της θερμοκρασίας (κυρίως της ελάχιστης) των νησιωτικών αμπελώνων (Λήμνος, Σάμος, Ρόδος και Σαντορίνη). Μικρότερες ήταν οι επιπτώσεις στο κλίμα των ηπειρωτικών περιοχών (Αγχίαλος, Νεμέα και Νάουσα). Σε πέντε από τις οκτώ τοποποικιλίες (Λήμνος, Σάμος, Σαντορίνη, Αγχίαλος και Πύργος) παρατηρήθηκε μία συστηματική πρωίμιση της ημερομηνίας του τρυγητού, κυρίως εξαιτίας αλλαγών στις μέγιστες και ελάχιστες θερμοκρασίες. Επιπλέον, περιοχές με ποικιλίες όψιμης ωρίμανσης (Νάουσα, Νεμέα) φάνηκαν να είναι λιγότερο ευαίσθητες στις κλιματικές αλλαγές (απουσία επίδρασης στην ημερομηνία τρυγητού).
Οι στρατηγικές αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην αμπελοκαλλιέργεια θα πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα άλλοτε ήπια (τροποποίηση των αμπελουργικών και οινοποιητικών τεχνικών) και άλλοτε δραστικά (αλλαγή ποικιλίας/υποκειμένου, γεωγραφική μετατόπιση αμπελώνων/αξιοποίηση νέων περιοχών, αλλαγή παραγόμενων προϊόντων) ανάλογα με την ένταση των φαινομένων (επαλήθευση ευνοϊκών ή δυσμενών σεναρίων) και τις ιδιαιτερότητες της εκάστοτε περιοχής.
Η πρώτη γραμμή άμυνας του αμπελουργού, θα πρέπει αναμφίβολα να είναι σύμφωνα με τον καθηγητή, η τροποποίηση-προσαρμογή των αμπελουργικών τεχνικών (τεχνικές διευθέτησης του φυλλώματος, τρόπος καλλιέργειας εδάφους, αρδευτική τακτική). Μεταξύ των μόνιμων παραμέτρων της αμπελοκαλλιέργειας, η εκλογή πυκνότητας φύτευσης και συστήματος διαμόρφωσης μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά τη δυνατότητα προσαρμογής της αμπέλου στις νέες συνθήκες. Όπου τα υδατικά αποθέματα είναι περιορισμένα και δεν υπάρχει δυνατότητα άρδευσης, θα πρέπει να επιλέγονται πυκνότερες φυτεύσεις και χαμηλή διαμόρφωση των πρέμνων, ώστε να εξασφαλίζεται καλύτερη εκμετάλλευση του εδάφους από τις ρίζες και να περιορίζονται οι απώλειες υγρασίας μέσω εξατμισοδιαπνοής.
Ανάμεσα στις ετήσιες επεμβάσεις του αμπελουργού στη βλάστηση και παραγωγή της αμπέλου, ιδιαίτερο ρόλο θα έχουν οι τεχνικές διευθέτησης του φυλλώματος με στόχο τη βελτίωση του μικροκλίματος στη ζώνη των σταφυλιών (αποφυγή υπερβολικής έκθεσης των σταφυλιών), καθώς και τη ρύθμιση της σχέσης ενεργού φυλλικής επιφάνειας και παραγωγής για εξασφάλιση ομαλής ωρίμανσης της ράγας, με κατάλληλη χρήση των ετήσιων καλλιεργητικών επεμβάσεων (κλάδεμα, κορυφολόγημα ξεφύλλισμα και αραίωμα βοτρύων).
Ο τρόπος καλλιέργειας του εδάφους θα πρέπει επίσης να προσαρμόζεται στις εκάστοτε συνθήκες, π.χ. εφαρμογή καλλιέργειας, όπου στόχος είναι εξοικονόμηση εδαφικού νερού είτε η εφαρμογή φυτοκάλυψης, π.χ. σε επικλινείς αμπελώνες για αποφυγή φαινομένων διάβρωσης.
Η άρδευση αποτελεί την αμπελουργική πρακτική με τη μεγαλύτερη σημασία για την ποιότητα της παραγωγής της αμπέλου και επιδίωξη θα πρέπει να είναι η διατήρηση της υδατικής διαθεσιμότητας στα επίπεδα μίας ήπιας ή μέτριας καταπόνησης για τις ερυθρές ποικιλίες ενώ, για τις λευκές ποικιλίες, ο στόχος θα πρέπει να είναι ένα πιο ευνοϊκό υδατικό καθεστώς για την εξασφάλιση σκίασης των σταφυλιών και εξασφάλιση όψιμης ωρίμανσης.
Η πλέον σύγχρονη μέθοδος για επίτευξη των παραπάνω στόχων είναι η άρδευση με εφαρμογή ρυθμιζόμενου υδατικού στρες, που όμως όπως υπογράμμισε ο καθηγητής, απαιτεί ακρίβεια εφαρμογών και τεχνική υποδομή σε μέσα ελέγχου (υγρασιόμετρα, μετεωρολογικούς σταθμούς, όργανα μέτρησης της υδατικής κατάστασης της αμπέλου κλπ.).
Πιο δραστικό μέτρο αντιμετώπισης του φαινόμενου είναι η αλλαγή γενότυπου, τόσο για την ποικιλία παραγωγής, όσο και γι αυτή του υποκειμένου. Η αλλαγή της καλλιεργούμενης ποικιλίας θα πρέπει να αποβλέπει στη φύτευση και καλλιέργεια ποικιλιών, που είναι περισσότερο προσαρμοσμένες σε θερμά κλίματα (όψιμης ωρίμανσης), αλλά και στην έλλειψη υγρασίας. Γενικά, οι γηγενείς ποικιλίες της Ελλάδας παρουσιάζουν μεγαλύτερη ικανότητα προσαρμογής σε ξηροθερμικά περιβάλλοντα έναντι των περισσότερων ξενικών.
Η αλλαγή παραγόμενου προϊόντος μπορεί να παρέχει βιώσιμη λύση για τους αμπελουργούς, εφόσον η αλλαγή του κλίματος καταστήσει μια περιοχή ακατάλληλη για την παραγωγή ορισμένου τύπου οίνου. Αυξανόμενης της θερμοκρασίας, η επιλογή του καταλληλότερου προϊόντος θα πρέπει ακολουθεί τη σειρά: λευκές οινοποιήσιμες ποικιλίες – ερυθρές οινοποιήσιμες ποικιλίες για οίνους άμεσης κατανάλωσης – ερυθρές οινοποιήσιμες ποικιλίες για οίνους παλαίωσης – ποικιλίες για γλυκείς οίνους – επιτραπέζιες ποικιλίες. Η αλλαγή ποικιλίας, περιοχής ή προϊόντος θα είναι βέβαια δυσκολότερη σε περιοχές παραγωγής οίνων ελεγχόμενης γεωγραφικής προέλευσης, όπου τα γεωγραφικά όρια, η ποικιλιακή σύνθεση και ο τύπος του προϊόντος καθορίζονται αυστηρά από τη νομοθεσία.
πηγή: www.eleftheria.gr